Τα άρθρα 129 έως 132 του Συντάγματος του 1960 της Κυπριακής Δημοκρατίας, προέβλεπαν τη συγκρότηση στρατού της Δημοκρατίας αποτελούμενου από 2.000 άνδρες, από τους οποίους το 60% ήταν Ελληνοκύπριοι και το 40% Τουρκοκύπριοι. Ευθύς αμέσως μετά την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας άρχισε να υλοποιείται η συγκρότηση του Κυπριακού Στρατού. Η στρατιωτική θητεία δεν ήταν υποχρεωτική, πλην όμως μπορούσε να επιβληθεί μόνο με κοινή συμφωνία του Προέδρου (Ελληνοκυπρίου) και του Αντιπροέδρου (Τουρκοκυπρίου).
Κατά τη διάρκεια των διακοινοτικών ταραχών το Δεκέμβρη του 1963-64, οι Τουρκοκύπριοι εγκατέλειψαν το νόμιμο στρατό, στα πλαίσια της ανταρσίας τους εναντίον του κράτους. Παράλληλα και λόγω των απειλών της Τουρκίας για λήψη στρατιωτικών μέτρων μεταφέρθηκε στην Κύπρο Ελληνική Μεραρχία και δημιουργήθηκε η Ανωτάτη Στρατιωτική Διοίκηση Άμυνας Κύπρου (ΑΣΔΑΚ), η οποία λειτούργησε μέχρι το τέλος του 1967, περίοδο κατά την οποία απομακρύνθηκε η Μεραρχία από την Κύπρο, μετά από τα γεγονότα της Κοφίνου.
Ταυτόχρονα, με την προσπάθεια για συγκρότηση του Κυπριακού Στρατού, δημιουργήθηκε το Ειδικό Μικτό Επιτελείο Κύπρου (ΕΜΕΚ), το οποίο το 1964 πήρε την ονομασία Γενικό Επιτελείο Εθνικής Φρουράς. Τον Ιούνιο του 1964 ψηφίσθηκε από την Κυπριακή Βουλή ο νόμος 20 «Περί Εθνικής Φρουράς» με τον οποίο καθιερώθηκε η υποχρεωτική στράτευση και άρχισε η ουσιαστική συγκρότηση του στρατού της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η στρατιωτική θητεία ορίσθηκε στους 18 μήνες.
Η Εθνική Φρουρά στελεχώθηκε από Ελλαδίτες αξιωματικούς, οι οποίοι μαζί με Κύπριους συναδέλφούς τους του Κυπριακού Στρατού και εθελοντές ανέλαβαν την οργάνωση και την εκπαίδευση του προσωπικού της.
Πηγή:
Εθνική Φρουρά
Πόλεμος πάντων μεν πατήρ εστί, πάντων δε βασιλεύς. Και τους μεν θεούς έδειξε, τους δε ανθρώπους, τους μεν δούλους εποίησε, τους δε ελευθέρους.
____________________
Ηράκλειτος, 544-484 π.Χ.